WebTech Rodos: Η κυβέρνηση Trump φέρεται να εξετάζει ένα πρωτοφανές βήμα: την απόκτηση μεριδίου 10% στην Intel, μια επένδυση που θα μπορούσε να φτάσει τα 10,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, το σχέδιο βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο και δεν έχουν καθοριστεί οι λεπτομέρειες, ωστόσο η προοπτική μιας τέτοιας συμφωνίας δείχνει πόσο αποφασισμένη είναι η Ουάσινγκτον να ενισχύσει τη θέση των ΗΠΑ στη βιομηχανία ημιαγωγών. Μια πιθανή επιλογή, σύμφωνα με πηγές κοντά στις διαπραγματεύσεις, είναι η μετατροπή των κρατικών επιχορηγήσεων που είχαν προβλεφθεί μέσω του CHIPS Act σε μετοχές της Intel. Ο συγκεκριμένος νόμος είχε θεσπιστεί επί κυβέρνησης Biden με σκοπό να ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή τσιπ και να περιορίσει την εξάρτηση από το εξωτερικό. Τώρα, η κυβέρνηση Trump δείχνει διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει αυτό το εργαλείο πιο επιθετικά, παίρνοντας ενεργό ρόλο στη μετοχική δομή της εταιρείας.
Η Intel, που ιδρύθηκε το 1968 και υπήρξε για δεκαετίες πρωτοπόρος στην κατασκευή ημιαγωγών, έχει χάσει έδαφος την τελευταία δεκαετία. Ο «πυρετός» της τεχνητής νοημοσύνης έχει εκτοξεύσει τη ζήτηση για εξειδικευμένα γραφικά τσιπ, έναν τομέα όπου η Intel δεν κατάφερε να εδραιωθεί. Αντίθετα, η Nvidia έχει κατακτήσει την αγορά, ενώ η TSMC κυριαρχεί στην παραγωγή των πιο προηγμένων τσιπ στον κόσμο. Η πτώση της Intel δεν είναι πρόσφατη εξέλιξη. Ήδη από το 2020, η Apple τερμάτισε μια συνεργασία 15 ετών με την εταιρεία και ανέθεσε την κατασκευή των επεξεργαστών της στην TSMC, επικαλούμενη καλύτερη απόδοση και χαμηλότερο κόστος. Η απόφαση εκείνη αποτέλεσε καμπανάκι για την αμερικανική βιομηχανία ημιαγωγών, που είδε έναν από τους πιο ισχυρούς πελάτες της να στρέφεται στην Ασία. Η κίνηση για πιθανή κρατική συμμετοχή στην Intel δεν είναι μεμονωμένη. Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την προεδρία, ο Donald Trump έδειξε ότι θέλει να καταστήσει τις ΗΠΑ κυρίαρχες στον τομέα της τεχνολογίας. Μία από τις πρώτες του πρωτοβουλίες ήταν το Stargate Project, μια κολοσσιαία επένδυση ύψους 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων με τη συνεργασία εταιρειών όπως η OpenAI και η Oracle, με στόχο την ενίσχυση των υποδομών τεχνητής νοημοσύνης. Πιο πρόσφατα, υπέγραψε τρεις εκτελεστικές εντολές που εστιάζουν στην ανάπτυξη και προώθηση της αμερικανικής τεχνολογίας, τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς. Η ενίσχυση της παραγωγής ημιαγωγών στις ΗΠΑ θεωρείται κεντρικός άξονας αυτής της στρατηγικής, ιδιαίτερα καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις με την Κίνα εντείνονται και η εξάρτηση από ασιατικές αγορές εγκυμονεί κινδύνους. Η φημολογούμενη επένδυση έρχεται λίγες μόλις ημέρες μετά από συνάντηση του προέδρου με τον CEO της Intel, Lip-Bu Tan. Οι δύο πλευρές συζήτησαν, σύμφωνα με πληροφορίες, τις προοπτικές μιας συμφωνίας που θα μπορούσε να αναζωογονήσει την ιστορική εταιρεία και να ενισχύσει την αμερικανική παραγωγή τσιπ. Παρότι δεν έχει υπάρξει επίσημη ανακοίνωση, η συγκυρία και οι πολιτικές προτεραιότητες δείχνουν ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι απίθανη. Εάν η Ουάσινγκτον αποκτήσει μερίδιο στην Intel, θα πρόκειται για μια σπάνια περίπτωση κρατικής παρέμβασης σε ιδιωτική εταιρεία τέτοιου μεγέθους. Η κίνηση θα μπορούσε να προσφέρει στην Intel το κεφάλαιο και την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται για να ανακτήσει χαμένο έδαφος απέναντι σε ανταγωνιστές όπως η Nvidia και η TSMC. Παράλληλα, θα έστελνε ένα ισχυρό μήνυμα στην παγκόσμια αγορά ότι οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες να προστατεύσουν και να επανεκκινήσουν τη βιομηχανία ημιαγωγών τους. Ωστόσο, οι επικριτές προειδοποιούν ότι μια τέτοια κίνηση ενέχει κινδύνους. Η άμεση ανάμειξη του κράτους θα μπορούσε να δημιουργήσει ανισορροπίες στην αγορά και να προκαλέσει αντιδράσεις από άλλες εταιρείες τεχνολογίας που δεν θα τύχουν αντίστοιχης στήριξης. [via]
πηγή: techblog.gr