WebTech Rodos: Πριν από περίπου 12.000 χρόνια, κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες που ζούσαν σε μια έκταση της αραβικής ερήμου λάξευσαν σε βράχους παραστάσεις ζώων σε φυσικό μέγεθος, κυρίως καμήλες αλλά και άλλα είδη, χρησιμοποιώντας τη βραχογραφία για να σηματοδοτήσουν την τοποθεσία πηγών νερού.
Το εύρημα καταδεικνύει το πώς οι αρχαίοι άνθρωποι αντιμετώπιζαν με ευρηματικότητα μερικά από τα πιο αφιλόξενα περιβάλλοντα της Γης.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι τα μνημειώδη αυτά έργα βρέθηκαν νότια της ερήμου Νεφούντ, στη βόρεια Σαουδική Αραβία, σε ορεινό έδαφος που εκτείνεται σε απόσταση περίπου 30 χιλιομέτρων.
Περίπου 60 βραχογραφίες περιλαμβάνουν περισσότερες από 130 παραστάσεις ζώων, κυρίως καμήλες, αλλά και αίγαγρους, γαζέλες, άγριους γάιδαρους και έναν άγριο βούβαλο, πρόγονο των σημερινών βοοειδών. Μερικές από τις καμήλες ξεπερνούν τα 2 μέτρα σε ύψος και τα 2,6 μέτρα σε μήκος.
Αν και πολλές εικόνες βρίσκονται σε βράχους εύκολα προσβάσιμους, κάποιες δημιουργήθηκαν σε απόκρημνους γκρεμούς, ανάμεσά τους και μία σε ύψος 39 μέτρων, που απεικονίζει 19 καμήλες και τρεις γάιδαρους.
«Οι χαράκτες έπρεπε να σταθούν σε ένα στενό, επικλινές περβάζι μπροστά στον γκρεμό», είπε η αρχαιολόγος και ερευνήτρια βραχοτεχνίας Μαρία Γκουάνγκιν του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ και του Ινστιτούτου Γεωανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ στη Γερμανία, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Communications.
«Ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο να γίνουν αυτές οι χαράξεις, καθώς το περβάζι είναι πολύ στενό και κατηφορικό. Οι τεχνίτες δεν μπορούσαν να δουν ολόκληρη την εικόνα που δημιουργούσαν, όμως είχαν την ικανότητα να αποδώσουν μια φυσιοκρατική αναπαράσταση», πρόσθεσε η ίδια.
Οι ερευνητές είπαν ότι η βραχοτεχνία σηματοδοτούσε την ύπαρξη προσωρινών πηγών νερού στο σκληρό τοπίο της ερήμου.
«Αυτές οι αρχαίες κοινότητες επιβίωναν στην έρημο μετακινούμενες ανάμεσα σε εποχικές λίμνες και σημάδευαν τις πηγές νερού, καθώς και τα μονοπάτια που οδηγούσαν σε αυτές, με μνημειώδεις βραχογραφίες», δήλωσε η Γκουάνγκιν.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια τεχνική που ονομάζεται «χρονολόγηση με φωταύγεια» σε απλά λίθινα εργαλεία που ανακάλυψαν και τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία των βραχογραφιών, ώστε να καθορίσουν ότι οι χαράξεις έγιναν πριν από 12.800 έως 11.400 χρόνια.
«Τα ευρήματα δείχνουν ότι κοινότητες μπόρεσαν να εγκατασταθούν πλήρως σε ερημικά περιβάλλοντα πολύ νωρίτερα απ’ όσο πιστεύαμε μέχρι σήμερα», δήλωσε η Γκουάνγκιν. «Έπρεπε να γνώριζαν το τοπίο εξαιρετικά καλά».
«Οι περισσότερες από τις καμήλες απεικονίζουν αρσενικές καμήλες στην περίοδο οίστρου, αναγνωρίσιμες από τους τεντωμένους μύες του λαιμού καθώς βγάζουν ένα βουητό την εποχή ζευγαρώματος, που συνήθως συμπίπτει με την περίοδο των βροχών. Έτσι, η βραχοτεχνία συνδέεται με την περίοδο των βροχών και σηματοδοτεί τις τοποθεσίες όπου συγκεντρώνεται νερό», πρόσθεσε η ίδια.
Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι οι άνθρωποι αυτοί πρόσθεταν νέες χαράξεις στη βραχοτεχνία για δύο έως τρεις χιλιετίες, είπε η Γκουάνγκιν.
Οι ερευνητές δεν γνωρίζουν αν τα έργα ήταν αρχικά διακοσμημένα με χρώμα.
«Οι χαράξεις είναι εκτεθειμένες στα στοιχεία της φύσης, και αν κάποτε ήταν βαμμένες, η χρωστική θα είχε ξεπλυθεί προ πολλού», σημείωσε η Γκουάνγκιν.
Κατά την κορύφωση της τελευταίας Εποχής των Παγετώνων, πριν από 20.000 έως 25.000 χρόνια, η Αραβία ήταν τόσο άνυδρη που δεν υπήρχε καμία γνωστή ανθρώπινη εγκατάσταση. Όμως πριν από περίπου 15.000 χρόνια ξεκίνησε μια περίοδος εντονότερων βροχοπτώσεων, που δημιούργησε υγροτόπους και λιμνούλες σε ένα τοπίο ερήμου που γινόταν λίγο πιο πράσινο. Οι βραχογραφίες αποκαλύπτουν το χρονοδιάγραμμα των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών που κατοίκησαν αργότερα την περιοχή, είπαν οι ερευνητές.
«Αυτή η ιστορία αντηχεί και σήμερα, καθώς δείχνει την αξιοσημείωτη ικανότητα αυτών των ανθρώπων να επεκτείνονται, να προσαρμόζονται και να επιβιώνουν σε οριακά περιβάλλοντα», δήλωσε ο ανθρωπολόγος και συγγραφέας της μελέτης Μάικλ Πετράλια, διευθυντής του Αυστραλιανού Ερευνητικού Κέντρου Ανθρώπινης Εξέλιξης στο Πανεπιστήμιο Griffith.
Μερικά αντικείμενα που βρέθηκαν στις ανασκαφές μοιάζουν με εκείνα που εντοπίστηκαν σε ευρύτερες περιοχές, υποδηλώνοντας έναν βαθμό αλληλεπίδρασης ανάμεσα σε αυτούς τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες και σε άλλους λαούς. Ωστόσο, η μνημειώδης βραχοτεχνία είναι κάτι μοναδικό, άγνωστο οπουδήποτε αλλού στην ευρύτερη περιοχή.
«Αυτές οι κοινότητες είχαν επαφές με γειτονικές ομάδες στην Ανατολική Μεσόγειο, σε απόσταση άνω των 400 χιλιομέτρων, αλλά διατηρούσαν και τη δική τους ταυτότητα», είπε η Γκουάνγκιν. «Σημάδευαν καθαρά τις πηγές νερού με βραχογραφίες, αλλά δεν μπορούμε να ξέρουμε αν αυτό δήλωνε δικαιώματα πρόσβασης ή εξέφραζε ίσως και μια ευχή να επιστρέψει το νερό την επόμενη περίοδο. Μπορεί να υπήρχαν πολλοί λόγοι. Από την τεράστια προσπάθεια που απαιτήθηκε, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι αυτή η βραχοτεχνία είχε τεράστια σημασία για εκείνους».
Πηγή: skai.gr
..
..
πηγή: skai.gr